25.3.24
24.3.24
Η Επανάσταση του 1821 μέσα από πίνακες
Νικηφόρος Λύτρας - «Η πυρπόληση τής τουρκικής ναυαρχίδας από τον Κανάρη»
Ευγένιος Ντελακρουά: Έφιππος Έλληνας
αγωνιστής
Θεόδωρος
Βρυζάκης: Ο
θρύλος της Αγίας
Λαύρας
Λουδοβίκος Λιπαρίνι:
Έλληνας αγωνιστής
22.3.24
Θεόδωρος Βρυζάκης
Ο Θεόδωρος Π. Βρυζάκης (Θήβα, 19 Οκτωβρίου 1814 – Μόναχο, 6 Δεκεμβρίου 1878) ήταν ένας από τους κορυφαίους Έλληνες ζωγράφους του 19ου αιώνα και ο θεμελιωτής της «Σχολής του Μονάχου».
Γεννημένος στη Θήβα το 1814, επτά χρόνια πριν από την κήρυξη της Επανάστασης του 1821, ο Θεόδωρος Βρυζάκης έζησε τα σκληρά χρόνια του απελευθερωτικού αγώνα μέχρι την ίδρυση του ελεύθερου ελληνικού κράτους. Μάλιστα ο πατέρας του, Πέτρος Βρυζάκης, απαγχονίστηκε από τους Τούρκους τον Μάιο του 1821, τον πρώτο καιρό του αγώνα. Σε ηλικία 18 ετών, το 1832, με την ενθάρρυνση ενός Γερμανού φιλόλογου, μετανάστευσε στο Μόναχο της Βαυαρίας, όπου έζησε μέχρι τον θάνατό του.
Στο Μόναχο άρχισε να ασχολείται με την ζωγραφική, απεικονίζοντας σχεδόν αποκλειστικά θέματα από την Επανάσταση του 1821. Το 1844 έγινε δεκτός στην Ακαδημία του Μονάχου, λαμβάνοντας για τα επόμενα έντεκα χρόνια, μέχρι το 1855, την υποτροφία της ελληνικής παροικίας της πόλης. Δάσκαλοι και φίλοι του υπήρξαν ορισμένοι εξαίρετοι καλλιτέχνες φιλελληνικών θεμάτων της εποχής του ρομαντισμού: ο Carl Wilhelm von Heideck, ο Πέτερ φον Ες, ο Heinrich von Mayer, και άλλοι. Κατά την δεκαετία 1845–1855, ταξίδεψε και έζησε σε διάφορες πόλεις της Δυτικής Ευρώπης για καλλιτεχνική ενημέρωση, με εξαίρεση τη διετία 1848–1850, όταν και επέστρεψε προσωρινά στην Ελλάδα.
Στους πίνακές του, το ενδιαφέρον του ζωγράφου επικεντρώνεται στην ενδυμασία των ατόμων και το στήσιμο της σκηνής γύρω από αυτά. Ωστόσο, αυτή η όμορφη θεατρικότητα των έργων του έχει ως αποτέλεσμα να διακρίνεται με δυσκολία κάποιο αίσθημα στα πρόσωπα που απεικονίζει. Μάλιστα το 1848 ως το 1851 ήρθε στην Ελλάδα και μελέτησε από κοντά τις τοποθεσίες όπου διαδραματίστηκαν σημαντικά γεγονότα της Ελληνικής Επανάστασης, τις μορφές των αγωνιστών, τις στολές και τις ενδυμασίες.
Πέθανε στο Μόναχο το 1878 και κηδεύτηκε στο τότε Α΄ Νεκροταφείο της πόλης. Με την διαθήκη του, άφησε κληρονομιά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών όλα τα έργα τού ατελιέ του καθώς και 760 μάρκα για την επισκευή της οροφής της ελληνικής εκκλησίας του Σωτήρος (Salvatorkirche) στο Μόναχο.
Η Έξοδος του Μεσολογγίου, 1853
Η υποδοχή του Λόρδου Βύρωνα στο Μεσολόγγι, 1861
- Το στρατόπεδο του Καραϊσκάκη, 1855
Προσωπογραφία Αναγνωστόπουλου
- Ο αποχαιρετισμός στο Σούνιο, 1863
"Υπέρ πατρίδος το παν", 1858
- Τυφλός τραυματίας, 1850
- Παραμυθία, 1847
- Ο Παλαιών Πατρών Γερμανός ευλογεί τη σημαία της Επανάστασης, 1865
21.3.24
20.3.24
18.3.24
Εδώ Λιλιπούπολη!
Το «Εδώ Λιλιπούπολη» ήταν μια παιδική ραδιοφωνική σειρά που ξεκίνησε το 1976 και διήρκεσε μέχρι το 1980. Η σειρά ακουγόταν στο Τρίτο Πρόγραμμα της Ελληνικής Ραδιοφωνίας, το οποίο ήταν την περίοδο εκείνη υπό τη διεύθυνση του Μάνου Χατζιδάκι. Η εκπομπή θεωρείται στις μέρες μας «θρυλική», τόσο για την πρωτοτυπία και την ποιότητά της, όσο και για την επίδραση της στη γενικότερη περίοδο.
Ο τίτλος αντλεί το όνομα από το κλασσικό βιβλίο "Τα ταξίδια του Γκιούλιβερ", οπου οι Λιλιπούτειοι αναφέρονται ως μικρόσωμοι άνθρωποι.
Ντίνος Λύρας, Άννα Παναγιωτοπούλου, Δημήτρης Καμπερίδης, Λάμπρος Τσάγκας, Σαπφώ
Νοταρά κ.ά. ηχογραφούν τη Λιλιπούπολη
Αξέχαστα τραγούδια, όπως «Ο ύμνος της Λιλιπούπολης», «Μες στο μουσείο», «Μάσα Σιδερομάσα», «Ο χορός των μπιζελιών», «Ρόζα Ροζαλία» γράφτηκαν από τους νεότατους τότε δημιουργούς που ο Μάνος Χατζιδάκις εμπιστεύτηκε. Και εκείνοι τού το ανταπέδωσαν επιδεικνύοντας αφοσίωση και ενθουσιασμό.
Η Μαριανίνα Κριεζή ήταν η στιχουργός των τραγουδιών και
μια σειρά νέων καλλιτεχνών όπως ο Δημήτρης
Μαραγκόπουλος , η Λένα Πλάτωνος, ο Νίκος
Κυπουργός και ο Νίκος Χριστοδούλου συνέθεταν τις
μουσικές.
«H Λιλιπούπολη ξεκίνησε σαν μια εκπομπή για να μαθαίνουν
τα πολύ μικρά παιδιά τι είναι το κόκκινο χρώμα, τι το
πράσινο, τι είναι το κοντά, τι το μακριά, το μικρό, το
μεγάλο...», αναφέρει η ίδια.
Μαριανίνα Κριεζή
Μικρά και μεγάλα παιδιά λάτρεψαν τον κόσμο της Λιλιπούπολης και τα καμώματα των κατοίκων της. Η Λιλιπούπολη ήταν μια "παιδική" (όχι όμως παιδιάστικη) εκπομπή, καμωμένη "για παιδιά και έξυπνους μεγάλους", η οποία λατρεύτηκε.
"Ο χορός των μπιζελιών"
16.3.24
Η ιστορία του Αρλεκίνου!
Μια
φορά κι έναν καιρό στην πόλη με τις γόνδολες, τη Βενετία, ζούσε ένα φτωχό
παιδάκι, ο Αρλεκίνος. Τις μέρες της Αποκριάς, στη Βενετία γιορτάζουν το
καρναβάλι με παρελάσεις και γιορτές. Όλοι ντύνονται μασκαράδες και κρυμμένοι πίσω
από τις μάσκες τους γλεντάνε μέχρι το πρωί.
Ο μικρός Αρλεκίνος, κάθε απόγευμα, καθόνταν στο παράθυρο, έβλεπε τους
γελαστούς μασκαράδες που περνούσαν παρέες παρέες κάτω από το σπίτι του και
μερικές φορές ένα δάκρυ κυλούσε στο μαγουλάκι του. Θυμόταν πώς ντυνόταν κι αυτός μασκαράς μαζί
με τον πατέρα του και τη μητέρα του και κάνανε βόλτες στην πλατεία το Αγίου
Μάρκου με τα περιστέρια. Τώρα πια όλα
ήταν διαφορετικά ! Ο πατέρας είχε πεθάνει και η καημένη η μητέρα του με μεγάλη
δυσκολία κατάφερνε να πληρώνει τα έξοδά τους.
Σκούπιζε, λοιπόν, το δάκρυ του και χαιρετούσε τους γελαστούς μασκαράδες
που του φώναζαν να κατέβει μαζί τους στο γλέντι.
Η μαμά του είδε το κρυφό δάκρυ του Αρλεκίνου και ανέβηκε στη σοφίτα
αποφασισμένη να βρει κάτι, έστω κι ένα παλιό ρούχο, για να μασκαρέψει το
λυπημένο παιδί της. Κάτι μικρά κουρελάκια από υφάσματα της έδωσαν την ιδία ! Τα
μάζεψε όλα, πήρε τα ραφτικά της και δούλεψε
μέχρι το πρωί. Ένωσε τα μικρά κομματάκια, έκανε ένα μεγάλο πολύχρωμο
πανί και μ’ αυτό έραψε μια φανταχτερή στολή, που άλλη δεν είχε ξαναγίνει !
Ξύπνησε χαρούμενη το Αρλεκίνο και τον έντυσε με τη στολή. Φούντωσε τα
κατσαρά καστανά μαλλάκια του παιδιού και, σαν τελευταία πινελιά, άνοιξε δυο
τρύπες με το ψαλίδι της σε μια μαύρη βελούδινη λωρίδα και την έδεσε στα μάτια
του παιδιού για μάσκα ! Το αποτέλεσμα ήταν θαυμάσιο !
Ευτυχισμένος ο Αρλεκίνος, με τα δάκρυα απ’ τα παράπονα να λάμπουν στα
ματάκια του, έδωσε ένα σκαστό φιλί στη μανούλα του και έτρεξε στην πλατεία.
Τα πυροτεχνήματα έλαμπαν στον ουρανό και τα παιδιά μάζευαν καραμέλες και
σοκολάτες που πετούσαν οι άρχοντες από
τα μπαλκόνια.
Όταν έφτασε στην πλατεία ο Αρλεκίνος, όλοι θαύμαζαν τη φορεσιά του, κι
εκείνος χαρούμενος άρχισε να χορεύει χωρίς να φανερώνει ποιος είναι.
-
Ποιος είσαι; τον ρωτούσαν πολλοί. Είσαι από τη Βενετία; Που αγόρασες αυτή
τη θαυμάσια στολή;
Ο Αρλεκίνος χαμογελούσε και κρατούσε καλά φυλαγμένο το μυστικό του, ώσπου
μια κοπελίτσα τού άρπαξε τη μάσκα.
-
Είναι ο Αρλεκίνος ! φώναξαν κάποιοι ξένοι.
-
Αυτός είναι ο βασιλιάς του καρνάβαλου, φώναξαν όλοι μαζί και του
πρόσφεραν φρούτα και γλυκά χορεύοντας χαρούμενοι γύρω του.
Ο Αρλεκίνος χόρεψε ξέφρενα όλη νύχτα και το πρωί γύρισε στο σπίτι του
φορτωμένος με γλυκά.
Ένας χρόνος πέρασε. Την επόμενη
χρονιά, μόλις πλησίαζε η Αποκριά, όλοι έτρεξαν στη μητέρα του Αρλεκίνου και
πλήρωναν όσο όσο για να ράψουν μια πολύχρωμη φορεσιά αρλεκίνου!
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)